- τηλαυγέστερα
- τηλαυγήςfar-shiningneut nom/voc/acc comp pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τηλαυγεστέρα — τηλαυγεστέρᾱ , τηλαυγής far shining fem nom/voc/acc comp dual τηλαυγεστέρᾱ , τηλαυγής far shining fem nom/voc comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τηλαυγεστέρας — τηλαυγεστέρᾱς , τηλαυγής far shining fem acc comp pl τηλαυγεστέρᾱς , τηλαυγής far shining fem gen comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τηλαυγεστέραν — τηλαυγεστέρᾱν , τηλαυγής far shining fem acc comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τηλαυγής — Φιλόσοφος από τη Σάμο, γιος του Πυθαγόρα, δάσκαλος του Εμπεδοκλή. Ο Διογένης ο Λαέρτιος γράφει ότι ο Τ. δεν έγραψε κανένα έργο. Άλλες πηγές τον θέλουν συγγραφέα των έργων Τετρακτύς και Περί θεών ή Ιερός λόγος. * * * ές, ΝΜΑ αυτός που φέγγει σε… … Dictionary of Greek